Greek Meaning of expetible
αναμενόμενο
Other Greek words related to αναμενόμενο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of expetible
- expertness => εμπειρία
- expertly => επιδέξια
- expertise => εξειδίκευση
- expert witness => Μάρτυρας εμπειρογνώμονας
- expert => ειδικός
- experrection => Δεν υπάρχει ισοδύναμος όρος
- experinenting => Πειραματιζόμενος
- experimetalist => πειραματιστής
- experimentist => Πειραματιστής
- experimenter bias => Προκατάληψη ερευνητών
Definitions and Meaning of expetible in English
expetible (a.)
Worthy of being wished for; desirable.
FAQs About the word expetible
αναμενόμενο
Worthy of being wished for; desirable.
No synonyms found.
No antonyms found.
expertness => εμπειρία, expertly => επιδέξια, expertise => εξειδίκευση, expert witness => Μάρτυρας εμπειρογνώμονας, expert => ειδικός,