FAQs About the word equating

εξισώνοντας

the act of regarding as equalof Equate

σύγκριση,συνδεόμενο,Αναγνώριση ,παραβολή,σύνδεση,σχετικός,Σύνδεση,κατηγοριοποίηση,ταξινόμηση,συσχετίζοντας

διαφοροποίηση,διαχωριστικός,διακριτικός,διαχωρίζοντας,διακριτικός

equated => εξισωμένο, equate => εξισώνω, equatability => ισότητα, equant => ισοσταθμιστής, equanimous => ήρεμος,