Greek Meaning of enthronement
ενθρόνιση
Other Greek words related to ενθρόνιση
- επευφημία
- μεγέθυνση
- αριστοκρατία
- εξύψωση
- δοξολογία
- Μεγέθυνση
- Έπαινος
- enshrined
- δημιουργία
- Εγκώμιο
- επικήδειος λόγος
- φόρος τιμής
- ωβασιόν
- πανηγυρικός
- έπαινος
- προαγωγή
- Rave
- σύσταση
- ραψωδία
- Φρυγανιά
- Φόρος τιμής
- εκδήλωση θαυμασμού
- τιμή
- πρόοδος
- χειροκροτήματα
- ανάβαση
- επαίνους
- κομπλιμέντο
- πίστωση
- διάκριση
- υψόμετρο
- τιμή
- επαίνους
- Επαινεῖν
- δάφνη
- προτίμηση
- προτίμηση
- υλικά σκηνής
- ανέβαινω
- Ήλιος
- Αναβάθμιση
- κόλπος
- Διαφήμιση
- αναβάθμιση
Nearest Words of enthronement
Definitions and Meaning of enthronement in English
enthronement (n)
the ceremony of installing a new monarch
enthronement (n.)
The act of enthroning, or state of being enthroned.
FAQs About the word enthronement
ενθρόνιση
the ceremony of installing a new monarchThe act of enthroning, or state of being enthroned.
επευφημία,μεγέθυνση,αριστοκρατία,εξύψωση,δοξολογία,Μεγέθυνση,Έπαινος,enshrined,δημιουργία,Εγκώμιο
κατάθεση,εκθρόνιση,εκφόρτιση,απόλυση,απέλαση,Ένσταση,καθαίρεση,ανατροπή,αφαίρεση,ανάρτηση
enthrone => enthronizein, enthrill => ενθουσιάζω, enthrallment => γοητεία, enthrallingly => σαγηνευτικά, enthralling => συναρπαστικός,