FAQs About the word dollop

Μπουκιά

a small measure (usually of food)

κομμάτι,συστάδα,σφαίρα,κούκλος,εξόγκωμα,βαμβάκι,Χάντρα,bit,λεκές,βώλος

No antonyms found.

dollman => No n'hi ha, dollies => καροτσάκια, dollhouse => κούκλα σπίτι, dolled up => ντυμένη στην πένα, dollarfish => Δολάριο,