FAQs About the word divertise

διασκεδάζω

To divert; to entertain.

No synonyms found.

No antonyms found.

divertingly => διασκεδαστικό, diverting => παραπλανητικό, divertimento => διασκέδαση, diverticulum => εκκολπωματία, diverticulosis => Εκκολπωματίωση,