Greek Meaning of diplomatist
διπλωμάτης
Other Greek words related to διπλωμάτης
- Πρέσβης
- διπλωμάτης
- απεσταλμένος
- υπουργός Εξωτερικών
- Λεγάτος
- πληρεξούσιος
- πράκτορας
- εκδοχέας
- Δικηγόρος
- μεσίτης
- κυλικείο
- αντιπρόσωπος
- αναπληρωτής
- Διανομέας
- απεσταλμένος
- παράγοντας
- μεσάζοντας
- διευθυντής
- μεσολαβητής
- υπουργός
- εισαγγελέας
- πληρεξούσιος
- εκπρόσωπος
- αντιπρόσωπος
- διαιτητής
- Διαιτητής
- Αγοραστής
- κομπραντόρ
- μεσολαβητής
- μεσολαβητής
- μεσάζων
- Σύνδεσμος
- μεσάζοντας
- επιστόμιο
- ειρηνοποιός
- Πρώτος
- Προφήτης
- ομιλητής
- εκπρόσωπος τύπου
- εκπρόσωπος τύπου
Nearest Words of diplomatist
- diplomatism => διπλωματία
- diplomatically => διπλωματικά
- diplomatical => διπλωματικός
- diplomatic service => διπλωματική υπηρεσία
- diplomatic pouch => διπλωματικός φάκελος
- diplomatic negotiations => διπλωματικές διαπραγματεύσεις
- diplomatic mission => Διπλωματική αποστολή
- diplomatic minister => Υπουργός Εξωτερικών
- diplomatic immunity => Διπλωματική ασυλία
- diplomatic corps => διπλωματικό σώμα
- diplopia => διπλωπία
- diplopod => Χιλιόποδα
- diplopoda => Διπλόποδα
- diplopterygium => Διπλοπτερυγιον
- diplopterygium longissimum => Διπλόπτερυγιον λονγισσιμον
- diplopy => Διπλωπία
- diplostemonous => διστήμονας
- diplostemony => Δίπλοστήμονας
- diplotaxis => διπλοτάξη
- diplotaxis erucoides => Βρούβα, Ψαθορίγανο
Definitions and Meaning of diplomatist in English
diplomatist (n)
an official engaged in international negotiations
diplomatist (n.)
A person employed in, or skilled in, diplomacy; a diplomat.
FAQs About the word diplomatist
διπλωμάτης
an official engaged in international negotiationsA person employed in, or skilled in, diplomacy; a diplomat.
Πρέσβης,διπλωμάτης,απεσταλμένος,υπουργός Εξωτερικών,Λεγάτος,πληρεξούσιος,πράκτορας,εκδοχέας,Δικηγόρος,μεσίτης
No antonyms found.
diplomatism => διπλωματία, diplomatically => διπλωματικά, diplomatical => διπλωματικός, diplomatic service => διπλωματική υπηρεσία, diplomatic pouch => διπλωματικός φάκελος,