FAQs About the word deplaning

αποβίβαση

to disembark from an airplane

αποβίβαση,αποεκπαίδευση,αποβίβαση,αφεδρος,Αποβίβαση,Φωτισμός,κατέβασμα

Επιβίβαση,Αναρρίχηση (σε),επιβίβαση,εισάγομαι,τοποθέτηση,επιβιβαζόμενος,επιβιβαζόμενος,εκπαίδευση

deplaned => αποβιβάστηκε, depictions => απεικονίσεις, depending (on or upon) => εξαρτώμενος από (ή εξαρτώμενος από), dependents => εξαρτώμενα άτομα, dependences => εξαρτήσεις,