FAQs About the word disembarking

αποβίβαση

of Disembark

προ(σ)γείωση,αποφλοίωση,προσάραξη,αγκύρωση,προσάραξη,βάζοντας

επιβίβαση,Αναβαίνοντας (επάνω),Επιβίβαση,Στάθμιση (άγκυρας)

disembarked => αποβιβάστηκε, disembarkation => αποβίβαση, disembark => αποβιβάζω, diselenide => Δισεληνίδιο, diselder => Ντίζελ,