FAQs About the word debarking

αποφλοίωση

of Debark

αποβίβαση,προ(σ)γείωση,προσάραξη,αγκύρωση,προσάραξη,βάζοντας

επιβίβαση,Αναβαίνοντας (επάνω),Επιβίβαση,Στάθμιση (άγκυρας)

debarked => ξεφλούδισε, debarkation => αποβίβαση, debark => αποβιβάζομαι, debarb => απομακρύνω τiς γρέζες, debar => αποκλείω,