FAQs About the word deigning

ευδοκείν

of Deign

καμπουριασμένος,υποτιμητικός,ταπεινωτικός,ταπεινωτικός,εξευτελιστικός,εξευτελιστικός,δυσφημιστική,Ατιμάζοντας,ατιμαστικός,ταπεινωτικός

αυξανόμενος

deigned => ευδόκησε, deign => άξιωθεί, deifying => θεοποίηση, deify => θεοποιώ, deiformity => παραμόρφωση,