FAQs About the word deforest

αποψίλωση δασών

remove the trees fromTo clear of forests; to disforest.

Γυμνός,γαβγίζω,Απογυμνωμένο,εκθέτω,εκδέρνω,γάστρα,κλίμακα,όστρακο,δέρμα,Λωρίδα

No antonyms found.

deforcing => στέρηση, deforciation => παραμόρφωση, deforciant => κατηγορούμενος, deforceor => αποστερητής, deforcement => βία,