Greek Meaning of cutback
περικοπή
Other Greek words related to περικοπή
Nearest Words of cutback
- cutaway model => μοντέλο αποκοπής
- cutaway drawing => Σχέδιο τομής
- cutaway => Τομή
- cutaneous vein => Δερματική φλέβα
- cutaneous senses => Δερματικές αισθήσεις
- cutaneous sensation => Αισθητηριακή επιδερμίδα
- cutaneous leishmaniasis => Δερματική λεϊσμανίαση
- cutaneous anthrax => Δερματικός άνθρακας
- cutaneous => δερματικός
- cutaneal => Επιδερμικός
Definitions and Meaning of cutback in English
cutback (n)
a reduction in quantity or rate
FAQs About the word cutback
περικοπή
a reduction in quantity or rate
κλιπ,κόβω,κόβω,ξύρισμα,Διακόσμηση,Μπομπ,σοδειά,αποβάθρα,Κουρεύω,δαγκάνοντας
επεκτείνω,επιμηκύνω,επιμηκύνω
cutaway model => μοντέλο αποκοπής, cutaway drawing => Σχέδιο τομής, cutaway => Τομή, cutaneous vein => Δερματική φλέβα, cutaneous senses => Δερματικές αισθήσεις,