FAQs About the word curvaceous

καμπυλωτή

(of a woman's body) having a large bosom and pleasing curves

καλοσχηματισμένος,κατασκευασμένο,καμπύλος,παχουλός,πνευματικός,στοιβαγμένο,βυζωτή,σφριγηλή,με στήθος,μεγαλοπρεπής

άμορφος

curtsy => Υποκλιτισμός, curtsey => Υπόκλιση, curtness => συντομία, curtly => σύντομα, curtiss => Κέρτις,