Greek Meaning of credit crunch
πιστωτική κρίση
Other Greek words related to πιστωτική κρίση
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of credit crunch
- credit card => πιστωτική κάρτα
- credit bureau => Ινστιτούτο Χρηματοοικονομικής Ανάλυσης (Ι.Χ.Α.)
- credit application => Αίτηση πίστωσης
- credit analyst => Αναλυτής πιστωτικών κινδύνων
- credit account => Λογαριασμός Πιστώσεως
- credit => πίστωση
- credibly => αξιόπιστα
- credibleness => αξιοπιστία
- credible => Αξιόπιστος
- credibility => αξιοπιστία
- credit entry => Πίστωση
- credit hour => διδακτική ώρα
- credit line => πιστωτική γραμμή
- credit order => Εντολή πίστωσης
- credit rating => πιστοληπτική ικανότητα
- credit side => Πιστωτική πλευρά
- credit system => Σύστημα πίστωσης
- credit union => πιστωτικός συνεταιρισμός
- creditable => αξιόπιστος
- creditably => εντιμότητας
Definitions and Meaning of credit crunch in English
credit crunch (n)
a state in which there is a short supply of cash to lend to businesses and consumers and interest rates are high
FAQs About the word credit crunch
πιστωτική κρίση
a state in which there is a short supply of cash to lend to businesses and consumers and interest rates are high
No synonyms found.
No antonyms found.
credit card => πιστωτική κάρτα, credit bureau => Ινστιτούτο Χρηματοοικονομικής Ανάλυσης (Ι.Χ.Α.), credit application => Αίτηση πίστωσης, credit analyst => Αναλυτής πιστωτικών κινδύνων, credit account => Λογαριασμός Πιστώσεως,