Greek Meaning of conjuncture
συγκυρία
Other Greek words related to συγκυρία
- κρίση
- Κατάσταση
- σημείο βρασμού
- σημείο θραύσης
- συμπλέκτης
- Σταυροδρόμι
- σκασίματα
- Κρίσιμος χρόνος
- Ντουνκέρκη
- έκτακτη ανάγκη
- ανάγκη
- άκρο
- Σημείο ανάφλεξης
- κεφάλι
- χρονική στιγμή
- στιγμή της αλήθειας
- σημείο μηδενικής επιστροφής
- δυνατότητα
- αδιέξοδο
- ντουλαπάκι με σπίρτα
- ώρα μηδέν
- κορύφωση
- συνθήκη
- ενδεχόμενο
- γωνία
- αδιέξοδο
- την ενδεκάτη ώρα
- επισκευή
- τι συμβαίνει
- τρύπα
- Ζεστό νερό
- Αδιέξοδο
- μαρμελάδα
- ορόσημο
- τελευταία
- την ύστατη στιγμή
- ορόσημο
- περάσει
- τσίμπημα
- κουκκίδα
- Νεκρό σημείο
- πορθμός
- σημείο καμπής
Nearest Words of conjuncture
- conjunctivitis arida => Ξηρή επιπεφυκίτιδα
- conjunctivitis => Επιπεφυκίτιδα
- conjunctive => σύνδεσμος
- conjunctival veins => επιπεφυκότες φλέβες
- conjunctival layer of eyelids => Επιπεφυκώτος των βλεφάρων
- conjunctival layer of bulb => Επιπεφυκώτας
- conjunctival => Επιπεφυκότος
- conjunctiva => Επιπεφυκώς
- conjunction => Σύνδεσμος
- conjunct => σύνδεσμο
Definitions and Meaning of conjuncture in English
conjuncture (n)
a critical combination of events or circumstances
FAQs About the word conjuncture
συγκυρία
a critical combination of events or circumstances
κρίση,Κατάσταση,σημείο βρασμού,σημείο θραύσης,συμπλέκτης,Σταυροδρόμι,σκασίματα,Κρίσιμος χρόνος,Ντουνκέρκη,έκτακτη ανάγκη
No antonyms found.
conjunctivitis arida => Ξηρή επιπεφυκίτιδα, conjunctivitis => Επιπεφυκίτιδα, conjunctive => σύνδεσμος, conjunctival veins => επιπεφυκότες φλέβες, conjunctival layer of eyelids => Επιπεφυκώτος των βλεφάρων,