Greek Meaning of committeewoman
μέλος επιτροπής
Other Greek words related to μέλος επιτροπής
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of committeewoman
- committeeman => μέλος επιτροπής
- committee member => μέλος επιτροπής
- committee meeting => συνεδρίαση επιτροπής
- committee for state security => επιτροπή για την ασφάλεια του κράτους
- committee => επιτροπή
- committedness => δέσμευση
- committed => αφοσιωμένος
- committal to writing => δέσμευση για συγγραφή
- committal to memory => Δέσμευση στη μνήμη
- committal service => Υπηρεσία δέσμευσης
- commix => ανακατεύω
- commixture => Μίγμα
- commode => Κομό
- commodious => ευρύχωρος
- commodiousness => ευρυχωρία
- commodities exchange => Χρηματιστήριο εμπορευμάτων
- commodities market => Αγορά εμπορευμάτων
- commodity => εμπόρευμα
- commodity brokerage => Διαμεσολάβηση εμπορευμάτων
- commodity exchange => χρηματιστήριο εμπορευμάτων
Definitions and Meaning of committeewoman in English
committeewoman (n)
a woman who is a member of a committee
FAQs About the word committeewoman
μέλος επιτροπής
a woman who is a member of a committee
No synonyms found.
No antonyms found.
committeeman => μέλος επιτροπής, committee member => μέλος επιτροπής, committee meeting => συνεδρίαση επιτροπής, committee for state security => επιτροπή για την ασφάλεια του κράτους, committee => επιτροπή,