Greek Meaning of coil spring
Ελικοειδές ελατήριο
Other Greek words related to Ελικοειδές ελατήριο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of coil spring
- coiled => περιελισσόμενος
- coiling => περιτύλιγμα
- coin => νόμισμα
- coin bank => Γουρούνι-κουμπαράς
- coin blank => Κενό νόμισμα
- coin box => κουτί νομισμάτων
- coin collecting => Συλλογή νομισμάτων
- coin collection => συλλογή νομισμάτων
- coin collector => Νομισματοσυλλέκτης
- coin machine => Μηχάνημα νομισμάτων
Definitions and Meaning of coil spring in English
coil spring (n)
a spring in the shape of a coil
FAQs About the word coil spring
Ελικοειδές ελατήριο
a spring in the shape of a coil
No synonyms found.
No antonyms found.
coil => πηνίο, coigue => Κόιγκ, coigne => γωνία, coign => γωνιά, coiffure => χτένισμα,