Greek Meaning of coapt

προσαρμόζω

Other Greek words related to προσαρμόζω

Definitions and Meaning of coapt in English

Wordnet

coapt (v)

cause to adhere

fit tightly and fasten

FAQs About the word coapt

προσαρμόζω

cause to adhere, fit tightly and fasten

προσκολλώμαι,Κλιπ,κούμπωμα,σφίγγω,κλιπ,συνδέω,Κόλλα,κρέμασμα,Ζυγός,ενταχθούν

χωρισμός,διαχωρίζω,αποσύνδεση,αποσυνδέω,διαίρεση,Διαζύγιο,μέρος,ξεχωριστό,Κόβω,διαχωρίζω

coannex => συσχετιζόμενος, coamings => παραπέτια, coaming => Τοιχάκι, coaly => ανθρακώδης, coal-whipper => ανθρακωρύχος,