Greek Meaning of climbing bittersweet
Γλυκόπικρη αναρριχητική
Other Greek words related to Γλυκόπικρη αναρριχητική
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of climbing bittersweet
- climbing boneset => Ευπατόριο το κηλιδωτό
- climbing corydalis => Κορυδαλίς η δακτυλόφωλλος
- climbing fern => Αναρριχητικό φυτό
- climbing frame => Σκαλωσιά αναρρίχησης
- climbing fumitory => Καμπανούλες
- climbing hemp-vine => Αναρριχώμενη κάνναβη
- climbing hempweed => Γαϊδουράγκαθο
- climbing hydrangea => Αναρριχώμενη ορτανσία
- climbing iron => σίδερο αναρρίχησης
- climbing lily => Κρίνος ο αναρριχητικός
Definitions and Meaning of climbing bittersweet in English
climbing bittersweet (n)
twining shrub of North America having yellow capsules enclosing scarlet seeds
FAQs About the word climbing bittersweet
Γλυκόπικρη αναρριχητική
twining shrub of North America having yellow capsules enclosing scarlet seeds
No synonyms found.
No antonyms found.
climbing bird's nest fern => Αναρριχητικό φυτό Νεφρόλεπις, climbing => αναρρίχηση, climber => Αναρριχητής, climbed => ανέβηκε, climb-down => κατηφόρα,