Greek Meaning of climbing bird's nest fern
Αναρριχητικό φυτό Νεφρόλεπις
Other Greek words related to Αναρριχητικό φυτό Νεφρόλεπις
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of climbing bird's nest fern
- climbing bittersweet => Γλυκόπικρη αναρριχητική
- climbing boneset => Ευπατόριο το κηλιδωτό
- climbing corydalis => Κορυδαλίς η δακτυλόφωλλος
- climbing fern => Αναρριχητικό φυτό
- climbing frame => Σκαλωσιά αναρρίχησης
- climbing fumitory => Καμπανούλες
- climbing hemp-vine => Αναρριχώμενη κάνναβη
- climbing hempweed => Γαϊδουράγκαθο
- climbing hydrangea => Αναρριχώμενη ορτανσία
- climbing iron => σίδερο αναρρίχησης
Definitions and Meaning of climbing bird's nest fern in English
climbing bird's nest fern (n)
tropical Africa to Australasia and Polynesia
FAQs About the word climbing bird's nest fern
Αναρριχητικό φυτό Νεφρόλεπις
tropical Africa to Australasia and Polynesia
No synonyms found.
No antonyms found.
climbing => αναρρίχηση, climber => Αναρριχητής, climbed => ανέβηκε, climb-down => κατηφόρα, climbable => Αναρριχητικό,