Greek Meaning of climbing lily
Κρίνος ο αναρριχητικός
Other Greek words related to Κρίνος ο αναρριχητικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of climbing lily
- climbing iron => σίδερο αναρρίχησης
- climbing hydrangea => Αναρριχώμενη ορτανσία
- climbing hempweed => Γαϊδουράγκαθο
- climbing hemp-vine => Αναρριχώμενη κάνναβη
- climbing fumitory => Καμπανούλες
- climbing frame => Σκαλωσιά αναρρίχησης
- climbing fern => Αναρριχητικό φυτό
- climbing corydalis => Κορυδαλίς η δακτυλόφωλλος
- climbing boneset => Ευπατόριο το κηλιδωτό
- climbing bittersweet => Γλυκόπικρη αναρριχητική
- climbing maidenhair => σπαρτίου ροδόχροο
- climbing maidenhair fern => Αδίαντο το μικρό
- climbing nightshade => Γλυκοπικραδα
- climbing onion => Σκαρφαλωτό κρεμμύδι
- climbing perch => Αναρριχητικό ψάρι
- climbing salamander => Σαλαμάνδρα αναρρίχησης
- clime => κλίμα
- clinanthium => άνθος
- clinch => σφίγγω
- clinch river => Κλίντς Ρίβερ
Definitions and Meaning of climbing lily in English
climbing lily (n)
any plant of the genus Gloriosa of tropical Africa and Asia; a perennial herb climbing by means of tendrils at leaf tips having showy yellow to red or purple flowers; all parts are poisonous
FAQs About the word climbing lily
Κρίνος ο αναρριχητικός
any plant of the genus Gloriosa of tropical Africa and Asia; a perennial herb climbing by means of tendrils at leaf tips having showy yellow to red or purple fl
No synonyms found.
No antonyms found.
climbing iron => σίδερο αναρρίχησης, climbing hydrangea => Αναρριχώμενη ορτανσία, climbing hempweed => Γαϊδουράγκαθο, climbing hemp-vine => Αναρριχώμενη κάνναβη, climbing fumitory => Καμπανούλες,