Greek Meaning of climbing maidenhair fern
Αδίαντο το μικρό
Other Greek words related to Αδίαντο το μικρό
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of climbing maidenhair fern
- climbing maidenhair => σπαρτίου ροδόχροο
- climbing lily => Κρίνος ο αναρριχητικός
- climbing iron => σίδερο αναρρίχησης
- climbing hydrangea => Αναρριχώμενη ορτανσία
- climbing hempweed => Γαϊδουράγκαθο
- climbing hemp-vine => Αναρριχώμενη κάνναβη
- climbing fumitory => Καμπανούλες
- climbing frame => Σκαλωσιά αναρρίχησης
- climbing fern => Αναρριχητικό φυτό
- climbing corydalis => Κορυδαλίς η δακτυλόφωλλος
Definitions and Meaning of climbing maidenhair fern in English
climbing maidenhair fern (n)
tropical fern widespread in Old World; naturalized in Jamaica and Florida
FAQs About the word climbing maidenhair fern
Αδίαντο το μικρό
tropical fern widespread in Old World; naturalized in Jamaica and Florida
No synonyms found.
No antonyms found.
climbing maidenhair => σπαρτίου ροδόχροο, climbing lily => Κρίνος ο αναρριχητικός, climbing iron => σίδερο αναρρίχησης, climbing hydrangea => Αναρριχώμενη ορτανσία, climbing hempweed => Γαϊδουράγκαθο,