FAQs About the word clannishness

συντεχνιακό πνεύμα

tendency to associate with only a select group

Κλίκα,κλίκας,Συσπειρωμένος,γνώριμος,φιλικός,κόλπος,φιλαράκια,κοντά,αποκλειστικός,Αιμομικτικός

δεκτικός,φιλόξενος

clannishly => Φυλετικά, clannish => κυνηγητικός, clan-na-gael => Κλαν να Γκαέλ, clankless => ησύχαστος, clanking => κρότος,