Greek Meaning of catercornered
διαγώνια
Other Greek words related to διαγώνια
Nearest Words of catercornered
Definitions and Meaning of catercornered in English
catercornered
in a diagonal or oblique position
FAQs About the word catercornered
διαγώνια
in a diagonal or oblique position
διαμέσου,διαγώνια,εγκάρσια,Προκατάληψη,Πλάγια,Διαγώνια,κατά μήκος,Εγκάρσια,λοξά,στην προκατάληψη
κατά μήκος,κατά μήκος
cater (to) => ικανοποιώ, catenations => συνδέσεις, catenates => συνδέει, catenas => αλυσίδες, catenae => αλυσίδα,