FAQs About the word calling (on or upon)

Κλήση (σε ή επάνω)

έρχομαι ακάλεστος,βλέποντας,επισκέπτης,Αναζητάω,αναζητώντας (έξω),περνάω

σκούπισμα (παράμερα ή μακριά),αγνοώντας,περιφρόνηση,δίνω την κρύα πλάτη

calling (off or out) => κάλεσμα (έξω), calligraphers => καλλιγράφοι, called upon => προσκλήθηκε, called up => κλήθηκε επάνω, called to account => ζήτησε λογαριασμό,