Greek Meaning of boo-boo

χαζούλης

Other Greek words related to χαζούλης

Definitions and Meaning of boo-boo in English

Wordnet

boo-boo (n)

an embarrassing mistake

FAQs About the word boo-boo

χαζούλης

an embarrassing mistake

λάθος,σφάλμα,λάθος,Ντούμπα,τούβλο,Γκάφα,Κλίνκερ,λάθος,λάθος,χνούδι

ακρίβεια,ορθότητα,ακρίβεια,ακρίβεια,ακρίβεια,αλάθητο,τελειότητα,ακρίβεια,αυστηρότητα,απαραίτητος

booboisie => μπουαμπούα, boob tube => τηλεόραση, boo => μπου, bonzer => καταπληκτικό, bonze => βόνζος,