Greek Meaning of bin-
βενζ-
Other Greek words related to βενζ-
Nearest Words of bin-
- bin laden => Μπιν Λάντεν
- bin liner => Σακούλα σκουπιδιών
- binal => κτίριο
- binarseniate => Δις αρσενικό
- binary => δυαδικός, διμερής
- binary arithmetic operation => Δυαδική αριθμητική πράξη
- binary code => Δυαδικός κώδικας
- binary compound => Δυαδική ένωση
- binary digit => Δυαδικό ψηφίο
- binary file => Δυαδικό αρχείο
Definitions and Meaning of bin- in English
bin- ()
A euphonic form of the prefix Bi-.
FAQs About the word bin-
βενζ-
A euphonic form of the prefix Bi-.
κουτί,Στήθος,κιβώτιο,Ντουλάπι,Πορτμπαγκάζ ,κέντημα,κουτί από χαρτόνι,υπόθεση,Φέρετρο,φέρετρο
No antonyms found.
bin => σκουπιδοτενεκές, bimuscular => δικέφαλος, bimotored => δίκινητος, bimorphemic => διμορφηματικός, bimonthly => δίμηνο,