Greek Meaning of associator
συνεργάτης
Other Greek words related to συνεργάτης
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of associator
- associative aphasia => συνδετική αφασία
- associative => συσχετιστικός
- associationist => υφιστάμενος
- associationism => Συνεταιρισμός
- associational => συσχετιστικός
- association theory => θεωρία σύνδεσης
- association of southeast asian nations => Ένωση των εθνών της Νοτιοανατολικής Ασίας
- association of orangemen => `Ενωση Ορανζιστών`
- association of islamic groups and communities => Ένωση ισλαμικών ομίλων και κοινοτήτων
- association for the advancement of retired persons => Ένωση για την Προώθηση των Συνταξιούχων
Definitions and Meaning of associator in English
associator (n.)
An associate; a confederate or partner in any scheme.
FAQs About the word associator
συνεργάτης
An associate; a confederate or partner in any scheme.
No synonyms found.
No antonyms found.
associative aphasia => συνδετική αφασία, associative => συσχετιστικός, associationist => υφιστάμενος, associationism => Συνεταιρισμός, associational => συσχετιστικός,