FAQs About the word workplaces

Χώροι εργασίας

a place (such as an office, shop, or factory) where people work

Εργοστάσια,Φυτά,στούντιο,έργα,εργαστήρια,εργαστήρια,Μύλοι,καταστήματα,εργαστήρια,γιάρδες

No antonyms found.

workouts => προπονήσεις, workmates => συνάδελφοι, workingwomen => workingwomen, workingwoman => Εργαζόμενη γυναίκα, working up => προθέρμανση,