Greek Meaning of world powers
Παγκόσμιες δυνάμεις
Other Greek words related to Παγκόσμιες δυνάμεις
- Μεγάλες δυνάμεις
- Μικροκράτη
- Ναυτικές δυνάμεις
- κράτη
- υπερδυνάμεις
- Πόλεις-κράτη
- Κράτη πελάτες
- κοινοπολιτείες
- χώρες
- δημοκρατίες
- δικτατορίες
- τομείς
- αυτοκρατορίες
- βασίλεια
- γη
- μικροκράτη
- Μονοκρατίες
- εθνικά κράτη
- εξουσίες
- Βασίλεια
- δημοκρατίες
- φέουδα
- κυριαρχίες
- Εντολοδόχες κτήσεις
- αποικίες
- συγκυριαρχίες
- κατοικίες
- Εξαρτήσεις
- ντομίνιον
- δουκάτα
- δουκάτα
- εμιράτα
- πατρίδες
- πατρίδες
- εντολές
- μοναρχίες
- ολιγαρχίες
- πριγκιπάτα
- επαρχίες
- φέουδα
- οικισμοί
- Έδαφος
- άρχοντες
- κυριαρχίες
- κυρίαρχοι
- σουλτανάτα
- θεοκρατίες
- Κοινωνικά κράτη
Nearest Words of world powers
Definitions and Meaning of world powers in English
world powers
a political unit (such as a nation or state) powerful enough to affect the entire world by its influence or actions
FAQs About the word world powers
Παγκόσμιες δυνάμεις
a political unit (such as a nation or state) powerful enough to affect the entire world by its influence or actions
Μεγάλες δυνάμεις,Μικροκράτη,Ναυτικές δυνάμεις,κράτη,υπερδυνάμεις,Πόλεις-κράτη,Κράτη πελάτες,κοινοπολιτείες,χώρες,δημοκρατίες
No antonyms found.
workshops => εργαστήρια, works over => λειτουργεί σε, works out => εκτελεί, works (on) => λειτουργεί (σε), workrooms => εργαστήρια,