FAQs About the word wetland

Υγρότοπος

a low area where the land is saturated with water

βάλτος,βάλτος,Τουρβότοπος,βάλτος,Έλος,Λάσπη,μουσκέγκ,έλος,βάλτος,πλύσιμο

No antonyms found.

wether => κριάρι, wet-bulb thermometer => Υγρόμετρο βολβού, wetbird => Βρεγμένο πουλί, wetback => Βρεγμένη κοιλιά, wet suit => στολή κατάδυσης,