Greek Meaning of weathermost
η πιο εκτεθειμένη στον καιρό πλευρά
Other Greek words related to η πιο εκτεθειμένη στον καιρό πλευρά
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of weathermost
- weatherman => μετεωρολόγος
- weatherliness => αντοχή στις καιρικές συνθήκες
- weathering => αποσάθρωση
- weatherglass => Bαρόμετρο
- weather-fend => ανθεκτικό στις καιρικές συνθήκες
- weathered => Φθαρμένος
- weather-driven => που καθοδηγείται από τον καιρό
- weathercock => Ανέμης
- weather-bound => Καιρός που έχει ως αποτέλεσμα καθυστέρηση
- weatherboarding => Ξυλοκατασκευή
- weatherproof => ανθεκτικό στις καιρικές συνθήκες
- weatherstrip => Ταινία στεγανοποίησης
- weather-stripped => Ανθεκτικό στις καιρικές συνθήκες
- weatherstripping => Χαρτοταινία σφράγισης
- weathervane => Ανέμοστροφος
- weatherwise => καιροσκόπος
- weatherwiser => Βαρόμετρο
- weatherworn => ταλαιπωρημένος από τις καιρικές συνθήκες
- weave => υφαίνει
- weaved => υφαντός
Definitions and Meaning of weathermost in English
weathermost (a.)
Being farthest to the windward.
FAQs About the word weathermost
η πιο εκτεθειμένη στον καιρό πλευρά
Being farthest to the windward.
No synonyms found.
No antonyms found.
weatherman => μετεωρολόγος, weatherliness => αντοχή στις καιρικές συνθήκες, weathering => αποσάθρωση, weatherglass => Bαρόμετρο, weather-fend => ανθεκτικό στις καιρικές συνθήκες,