Greek Meaning of warningly

προειδοποιητικά

Other Greek words related to προειδοποιητικά

Definitions and Meaning of warningly in English

Webster

warningly (adv.)

In a warning manner.

FAQs About the word warningly

προειδοποιητικά

In a warning manner.

Νουθεσία,νουθεσία,συμβουλή,συναγερμός,συναγερμός,προσοχή,προειδοποίηση,προσοχή,Ενημέρωση,ειδοποίηση

όλα καλά

warning signal => Σήμα κινδύνου, warning of war => Προειδοποίηση πολέμου, warning of attack => Προειδοποίηση επίθεσης, warning light => Προειδοποιητικό φως, warning device => Συσκευή προειδοποίησης,