Greek Meaning of voraciously
άπληστα
Other Greek words related to άπληστα
- Ταιριαστός
- Πεινασμένος
- άπληστος
- λαιμαργός
- πεινασμένος
- λαιμαργός
- λαίμαργος
- αχόρταγος
- χοιρινός
- αρπακτικό
- πεινασμένος
- πεινασμένος
- χοιρινός
- καταβροχθίζοντας
- πεινασμένος
- καταβροχθίζω
- αδηφαγία
- λαίμαργος
- καταπίνω
- γενναιόδωρος
- υποσιτισμός
- πεινασμένος
- υποσιτισμένος
- Υποσιτισμένος
- Ασβεστος
- ασίγαστος
- λυκάθρωπος
Nearest Words of voraciously
- voracious => άπληστος
- voortreker => φορτράκερ
- voodooism => βουντού
- voodoo => βουντού
- vonnegut => Βόνεγκατ
- von willebrand's disease => Νόσος Von Willebrand
- von willebrand => Von Willebrand
- von sternberg => Φον Στέρνμπεργκ
- von rundstedt => Φον Ρούντστεντ
- von recklinghausen's disease => Νόσος του φον Ρέκλινγκχαουζεν
Definitions and Meaning of voraciously in English
voraciously (r)
in an eagerly voracious manner
FAQs About the word voraciously
άπληστα
in an eagerly voracious manner
Ταιριαστός,Πεινασμένος,άπληστος,λαιμαργός,πεινασμένος,λαιμαργός,λαίμαργος,αχόρταγος,χοιρινός,αρπακτικό
περιεχόμενο,γεμάτος,χορτάτος,ικανοποιημένος,Γεμιστό,Μπουχτισμένος,χορτασμένος
voracious => άπληστος, voortreker => φορτράκερ, voodooism => βουντού, voodoo => βουντού, vonnegut => Βόνεγκατ,