FAQs About the word voidness

κενότητα

The quality or state of being void; /mptiness; vacuity; nullity; want of substantiality.

άκυρος,μηδέν,παράνομος,ανενεργός,άκυρος,άκυρη και ανύπαρκτη,κακός,αναποτελεσματικός,αναποτελεσματικός,μη δεσμευτικό

καλός,νόμιμο,έγκυρος,υποχρεωτικός,λειτουργική

voiding => κένωση, voider => κενώνω, voided => άκυρη, voidance => κενό, voidable => άκυρος,