Greek Meaning of validations

επικυρώσεις

Other Greek words related to επικυρώσεις

Definitions and Meaning of validations in English

validations

an act, process, or instance of validating, the determination of the degree of validity of a measuring device

FAQs About the word validations

επικυρώσεις

an act, process, or instance of validating, the determination of the degree of validity of a measuring device

επιβεβαιώσεις,αποδεικτικά στοιχεία,αποδείξεις,διαθήκες,Μαρτυρίες,μαρτυρίες,βεβαιώσεις,επιβεβαιώσεις,τεκμηρίωση,έγγραφα

κατηγορίες,ισχυρισμοί,υποθέσεις,χρεώσεις,διαψεύσεις,οι προϋποθέσεις,αντικρούσεις,ανασκευές,εικασίες,εικασίες

validates => επικυρώνει, Valhallas => Βαλχάλες, valets => χαλιναγωγούς, vales => βαλς, valentines => Ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου,