FAQs About the word unwavering

ακλόνητος

marked by firm determination or resolution; not shakable, not showing abrupt variations

σταθερός,αμετάβλητος,αμετάβλητος,ακόμα,αμετάβλητος,αναλλοίωτος,ακλόνητος,στολή,αμετάβλητος,σταθερός

μεταβλητός,μη ομοιόμορφο,ασταθής,μεταβλητός,αποκλίνουσα

unwatchful => απρόσεκτος, unwashen => άπλυτο, unwashed => ακάθαρτος, unwary => απρόσεκτος, unwarranted => αδικαιολόγητος,