FAQs About the word twosome

δυάδα

two items of the same kind, a pair who associate with one another

Ζευγάρι,ντουέτο,ζευγάρι,σιδεράκια,δυάδα,εταιρική σχέση,δύο,σύντροφος,συμπλήρωμα,Συντονίζω

No antonyms found.

two-sided => διμερής, two-seater => δίθεσιο, twoscore => είκοσι, two-pronged => διπλός, two-port => Διπολικός,