Greek Meaning of tollbooth
Διοδίων
Other Greek words related to Διοδίων
- μπρίκι
- φυλακή
- Σωφρονιστικό ίδρυμα
- φυλακή
- Βαστίλη
- μεγάλο σπίτι
- σωφρονιστήριο
- κλουβί
- Φυλακή
- κρότος
- ψυγείο
- κοτέτσι
- μπουντρούμι
- Σκοπιά
- κουτουπίδι
- φυλακή
- φυλακή
- κανάτα
- φυλακή
- Νικ
- στυλό
- αργός
- ότι
- slammer
- πασσαλοπήγαδο
- μπλοκ
- Ταυρομαχείο
- μπορώ
- Κύτταρο
- Στρατόπεδο συγκέντρωσης
- Θερμοκήπιο
- φυλάκιο
- Γκούλαγκ
- κρατώ
- τρύπα
- τέρας
- άρθρωση
- κρατάω
- Στρατόπεδο εργασίας
- μπουντρούμι
- Στρατόπεδο αιχμαλώτων
- αναμορφωτήριο
- χτύπημα
- Στάλαγκ
- ανακατεύω
- Άρμα μάχης
- Νοσοκομειακό τμήμα
- Στρατόπεδο εργασίας
Nearest Words of tollbooth
Definitions and Meaning of tollbooth in English
tollbooth (n)
a booth at a tollgate where the toll collector collects tolls
tollbooth (n.)
A place where goods are weighed to ascertain the duties or toll.
In Scotland, a burgh jail; hence, any prison, especially a town jail.
tollbooth (v. t.)
To imprison in a tollbooth.
FAQs About the word tollbooth
Διοδίων
a booth at a tollgate where the toll collector collects tollsA place where goods are weighed to ascertain the duties or toll., In Scotland, a burgh jail; hence,
μπρίκι,φυλακή,Σωφρονιστικό ίδρυμα,φυλακή,Βαστίλη,μεγάλο σπίτι,σωφρονιστήριο,κλουβί,Φυλακή,κρότος
έξω
tollbar => Τελωνείο, tollage => δασμός, tollable => ανεκτό, toll taker => τελώνης, toll road => Διοδίων δρόμος,