Greek Meaning of thoracic vertebra
Θωρακικός σπόνδυλος
Other Greek words related to Θωρακικός σπόνδυλος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of thoracic vertebra
- thoracic vein => θωρακική φλέβα
- thoracic outlet syndrome => Σύνδρομο θωρακικού στομίου
- thoracic nerve => Θωρακικός Νευρικός Κλάδος
- thoracic medicine => Θωρακική Ιατρική
- thoracic duct => Θωρακικός πόρος
- thoracic cavity => Θωρακική κοιλότητα
- thoracic aorta => Θωρακική αορτή
- thoracic actinomycosis => Θωρακική ακτινομύκηση
- thoracic => θωρακικός
- thoracentesis => Θωρακοκέντηση
Definitions and Meaning of thoracic vertebra in English
thoracic vertebra (n)
one of 12 vertebrae in the human vertebral column; thoracic vertebrae extend from the seventh cervical vertebra down to the first lumbar vertebra
FAQs About the word thoracic vertebra
Θωρακικός σπόνδυλος
one of 12 vertebrae in the human vertebral column; thoracic vertebrae extend from the seventh cervical vertebra down to the first lumbar vertebra
No synonyms found.
No antonyms found.
thoracic vein => θωρακική φλέβα, thoracic outlet syndrome => Σύνδρομο θωρακικού στομίου, thoracic nerve => Θωρακικός Νευρικός Κλάδος, thoracic medicine => Θωρακική Ιατρική, thoracic duct => Θωρακικός πόρος,