Greek Meaning of tarnishes
μολύνει
Other Greek words related to μολύνει
- Άρης
- σκοτεινιάζει
- Δηλητήρια
- λάφυρα
- λεκέδες
- μολύνει
- λερώνει
- μαυρίζει
- φθείρει
- υποβαθμίζει
- δυσφημεί
- στρεβλώνει
- μειώνει
- ρυπαίνει
- μολύνει
- αγγίζει
- ακυρώνει
- κηλίδες
- χρώματα
- Σματς
- ταπεινώνει
- εκφυλίζει
- λερώνω
- λερώνει
- θολώνει
- φθηναίνει
- σύννεφα
- εξευτελίζει
- ασωτίες
- ταπεινώνει
- αποθαρρύνει
- διαφθείρει
- λερώνει
- αποχρωματίζει
- ντροπιάζει
- ατιμάζει
- διεστραμμένοι
- ντροπιάζει
- νεροχύτης
- λεκέδες
- μολύνει
- λεκέδες
- εδάφη
- ανατρέπει
- πίσσα
- Πίσσα
Nearest Words of tarnishes
Definitions and Meaning of tarnishes in English
tarnishes
to bring disgrace on, to make or become dull, dim, or discolored, something that tarnishes, a film of chemically altered material on the surface of a metal (such as silver), a film of chemically changed material on the surface of a metal (as silver), to dull or destroy the luster of by or as if by air, dust, or dirt, to bring disgrace or cast doubt on, to become tarnished, to detract from the good quality of
FAQs About the word tarnishes
μολύνει
to bring disgrace on, to make or become dull, dim, or discolored, something that tarnishes, a film of chemically altered material on the surface of a metal (suc
Άρης,σκοτεινιάζει,Δηλητήρια,λάφυρα,λεκέδες,μολύνει,λερώνει,μαυρίζει,φθείρει,υποβαθμίζει
Καθαρίζει,ανυψώνει,μεγεθύνει,καθαρίζει,ευγενίζει,εμψυχώνει,δοξάζει,αναβαθμίζει,τιμά,άγιοι
tariffs => δασμοί, targets => στόχους, targeting => στόχευση, taradiddles => μπεμπελιές, tapped out => εξαντλημένος/η,