FAQs About the word sterilize

αποστειρώνω

make free from bacteria, make infertile

παραποιώ,Ευνουχίζω,επισκευή,ουδέτερος,Γκέλντ,Ευνουχισμός

No antonyms found.

sterilization => αποστείρωση, sterility => στειρότητα, steriliser => αποστειρωτής, sterilised => Αποστειρωμένος, sterilise => αποστειρώνω,