FAQs About the word spuriousness

Ανεπάρκεια

state of lacking genuineness

νόθος,νόθος,Ενδείκνυται

νομιμότητα

spuriously => ψευδώς, spurious wing => Ψευδεπτέρυγα, spurious correlation => Πλασματική συσχέτιση, spurious => πλαστό, spurge nettle => Κνίδη,