Greek Meaning of sidearm

Πλευρικό όπλο

Other Greek words related to Πλευρικό όπλο

Definitions and Meaning of sidearm in English

Wordnet

sidearm (a)

(of pitches) made with the arm moving parallel to the ground

Wordnet

sidearm (r)

in a sidearm manner

FAQs About the word sidearm

Πλευρικό όπλο

(of pitches) made with the arm moving parallel to the ground, in a sidearm manner

Ευρωπαϊκό περίστροφο,Πυροβόλο όπλο,Περίστροφο,Περίστροφο,Έξι-shooter,χέρι,Αρκέβουσα,Μπλαυντέρμπους,Οπισθογεμής ,καραμπίνα

No antonyms found.

side yard => αυλή στην πλευρά, side view => Πλαϊνή όψη, side street => παράδρομος, side slip => Πλαγιολίσθηση, side road => δευτερεύων δρόμος,