Greek Meaning of sickerness
Ασθένεια
Other Greek words related to Ασθένεια
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of sickerness
- sickish => Άρρωστος
- sickle => δρεπάνι
- sickle alfalfa => Τριφύλλι
- sickle cell => δρεπανοκυτταρική αναιμία
- sickle feather => Δρεπανοειδές πτερύγιο
- sickle lucerne => αδράχνη το δρεπανοειδές
- sickle medick => τρίφυλλι δρεπάνι
- sicklebill => δρεπανογλώσσα
- sickle-cell anaemia => Δρεπανοκυτταρική αναιμία
- sickle-cell anemia => Δρεπανοκυτταρική αναιμία
Definitions and Meaning of sickerness in English
sickerness (n.)
Alt. of Sikerness
FAQs About the word sickerness
Ασθένεια
Alt. of Sikerness
No synonyms found.
No antonyms found.
sickerly => πιο άρρωστος, sicker => πιο άρρωστο, sickeningness => ναυτία, sickeningly => αηδιαστικά, sickening => αποκρουστικός,