FAQs About the word shillelagh

Ροπάλο

a cudgel made of hardwood (usually oak or blackthorn)

Μπαγκέτα,μπαστούνι,ράβδος,προσωπικό,μαστίγωμα,νυχτερίδα,Μπίλι,ρόπαλο,κλαμπ,ρόπαλο

No antonyms found.

shillalah => Σίλελα, shill => μιζούρα, shilfa => Σίλφα, shilf => ράφι, shikse => Shikse,