FAQs About the word seriatim

σειρά

in a series; point by pointIn regular order; one after the other; severally.

επανειλημμένα,διαδοχικά,μαζί,πλάτη με πλάτη,συνεχόμενα,συνεχώς,συνεχώς,συνεχώς,Σερί,τρέξιμο

ασυνεχώς,διαλειμματικά,διακοπτόμενος

seriate => σειριακός, serially => σειρά, serialize => σειροθέτηση, serialization => Σειριοποίηση, seriality => σειριακότητα,