Greek Meaning of selfhoods
ταυτότητες
Other Greek words related to ταυτότητες
Nearest Words of selfhoods
- self-hate => Αυτομίσος
- self-gratulatory => αυτοπεποίθηση
- self-governed => αυτοκυβερνωμένη
- self-governance => αυτοδιοίκηση
- self-glory => Αυτοδοξασία
- self-glorifying => αυτοεξυπηρετικός
- self-glorification => αυτοεπιβεβαίωση
- self-forgetting => αυταπάρνηση
- self-forgetfulness => αυτολησμονιά
- self-flattering => μετριότητας
- self-identities => ταυτότητες αυτοπροσδιορισμού
- self-identity => ταυτότητα εαυτού
- self-image => Αυτό-εικόνα
- self-importantly => με υπεροψία
- self-infatuated => Ερωτευμένος με τον εαυτό του
- self-inflicted => αυτοτραυματισμένος
- self-instructed => αυτοδίδακτος
- self-involvement => Εγωισμός
- self-loaders => Αυτόφορτοι
- self-loathing => αυτομισία
Definitions and Meaning of selfhoods in English
selfhoods
individuality sense 1, the quality or state of being selfish, individuality
FAQs About the word selfhoods
ταυτότητες
individuality sense 1, the quality or state of being selfish, individuality
ταυτότητες,προσωπικότητες,χαρακτήρες,ατομικισμοί,ατομικότητες,ταυτότητες αυτοπροσδιορισμού,διαθέσεις,<>,ιδιοσυγκρασίες,φύση
συμβατικότητες,συμμορφώσεις
self-hate => Αυτομίσος, self-gratulatory => αυτοπεποίθηση, self-governed => αυτοκυβερνωμένη, self-governance => αυτοδιοίκηση, self-glory => Αυτοδοξασία,