Greek Meaning of secularized
κοσμικοποιημένος
Other Greek words related to κοσμικοποιημένος
Nearest Words of secularized
Definitions and Meaning of secularized in English
secularized (imp. & p. p.)
of Secularize
FAQs About the word secularized
κοσμικοποιημένος
of Secularize
αποτραπεί
μετατραπεί,προσηλυτισμός,Πλύση εγκεφάλου,επηρεασμένο,ιεραποστολική,Προσηλυτισμένος,επηρεάστηκε
secularize => Κοσμικοποιή, secularization => εκκοσμίκευση, secularity => κοσμικότητα, secularist => κοσμικός, secularism => κοσμικότητα,