FAQs About the word scrimpy

τσιγκούνης

deficient in amount or quality or extent

διατηρώ,εξοικονομώ,αποθήκευση,σφίγγω,εφεδρικό,διαχειρίζομαι,τσίμπημα,διατηρώ,ξύνω,μείωση

σπάταλος,ξοδεύω,σπαταλάω,Απορρίματα,χτύπημα,διαλύω,ξοδεύω άσκοπα,τρέχω μέσα,σπαταλώ,σπατάλη

scrimption => ξύσιμο, scrimpness => τσιγκουνιά, scrimpingly => τσιγκούνικα, scrimping => λιτότητα, scrimped => τσιγκούνης,